1983: ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ JULIAN BREAM, ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ (τότε) TaR (Του Κώστα Γρηγορέα)

Με μεγάλη συγκίνηση αναδημοσιεύω τη μικρή συνέντευξη που είχα πάρει από τον σπουδαίο και προσφάτως εκλιπόντα maestro Julian Bream , για λογαριασμό του έντυπου τότε TaR.
Η συνέντευξη έγινε το μακρινό 1983, όταν ήμουν στην Αγγλία για σπουδές στο Royal Νorthern College of Music, ως υπότροφος του Βρετανικού Συμβουλίου.

(ΣΗΜ. Σπουδές έως και σήμερα μη αναγνωρισμένες από το Ελληνικό Κράτος, για να μην ξεχνιόμαστε).

Η αφορμή δόθηκε όταν παρακολουθήσαμε ένα αξέχαστο ρεσιτάλ του Julian Bream στο Εδιμβούργο, παρέα με τον στενό μου φίλο τότε, και μετέπειτα διαπρεπή κιθαριστή, Paul Galbraith.

Δεν διστάζω να πω ότι για εμένα ο Julian Bream υπήρξε TO είδωλό μου στην κλασική κιθάρα. Ένας μουσικός που δεν περιορίστηκε στον μικρόκοσμο των ειδικών φεστιβάλ και των σεμιναρίων, έκανε εξαιρετικές συνεργασίες και βοήθησε όσο κανείς άλλος στο να δημιουργηθεί ένα σπουδαίο σύγχρονο και προπαντός ελκυστικό ρεπερτόριο του οργάνου στον 20ο αιώνα.
Η ερμηνεία του στο απαράμιλλο Nocturnal After John Dowland for Guitar, Op. 70 του Benjamin Britten υπήρξε η σφραγίδα της ύπαρξής μου στην κλασική κιθάρα και ο δίσκος του 20th Century Guitar η αρχική πυξίδα της πορείας μου σε αυτόν τον χώρο.
Επίσης, η «γέφυρα» που έφτιαχνε η Τέχνη του ανάμεσα στην Παλαιά Μουσική και την Σύγχρονη, υπήρξε για μένα ό,τι πιο γοητευτικό ένιωσα από τα πρώτα μου μουσικά βήματα.

Η συνέντευξη-συζήτηση είναι σχεδόν ίδια με την δημοσιευμένη στο τεύχος 5 του εντύπου TaR. Για να την φέρω όμως πιο κοντά στα σημερινά, έχω κάνει ελάχιστες παρεμβάσεις και συμπληρώσεις, κυρίως από μνήμης, για τις οποίες όμως είμαι απολύτως σίγουρος, μιας και εκείνη η βραδιά έχει μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μου.
Μην ξεχνάτε ότι εν έτει 1983 δεν υπήρχε ευκολία στο να συναντήσει κάποιος το είδωλό του, πόσο μάλλον να εμπλακεί και σε μια χαλαρή κουβέντα μαζί του. Τώρα πια, αυτά έχουν απλοποιηθεί και μάλλον απομυθοποιηθεί. Κι επειδή η Τέχνη έχει ανάγκη τον Μύθο, δεν είμαι σίγουρος αν αυτό είναι πάντοτε για καλό…

(Αύγουστος 2020)

 

1983: ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ JULIAN BREAM, ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ TaR
(Του Κώστα Γρηγορέα)

Οι προειδοποιήσεις ήταν σαφείς: «Του Julian Bream συνήθως δεν του αρέσουν τα σημειωματάρια, μαγνητόφωνα και συναφή».
Παρόλο λοιπόν πού ή συναυλία του στο Εδιμβούργο εκείνο το βράδυ ήταν υπέροχη (Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 1983, The Queen’s Hall), οι οιωνοί για μια πιθανή σύντομη συνέντευξή του για το TAR ήταν μάλλον κακοί. Και έγιναν ακόμα χειρότεροι όταν διαπίστωσα ότι έξω από το καμαρίνι του τον περίμενε κυριολεκτικά το μισό θέατρο.
Απτόητοι όμως, εγώ και ο φίλος μου Paul Galbraith, αποφασίσαμε να τον περιμένουμε στο τέλος της σειράς.
Να όμως πού οι θεοί των Ελλήνων, σε συνεργασία όμως αυτή τη φορά με τούς θεούς των  Άγγλων, έκαναν το θαύμα τους. Και είδαμε τον J.B. να κατευθύνεται με ενθουσιώδη διάθεση προς τον Πωλ και να του λέει πόσο ωραίο βρήκε το παίξιμό του στο διαγωνισμό τού BBC για τον καλύτερο νέο μουσικό εκείνης της χρονιάς.
Για να μην τα πολυλογούμε λοιπόν, κάτι η εκτίμησή του για τον Πωλ, κάτι τα μαθήματά μου με τους John Williams και Gordon Crosskey και κάτι το Βρετανικό Συμβούλιο της Αθήνας (του οποίου ήμουν υπότροφος και στο οποίο είχε ήδη προσφάτως δώσει ένα επίσης αξέχαστο ρεσιτάλ), βρεθήκαμε καλεσμένοι του για ένα ποτό στο Bar. Τι το καλύτερο θα μπορούσε να περιμένει από την τύχη του ο επίδοξος «δημοσιογράφος» του TAR;


Το πρόγραμμα του ρεσιτάλ που είχε δώσει ο J.B. στο Βρετανικό Συμβούλιο της Αθήνας

Εκεί λοιπόν διαπιστώσαμε ότι στον J.B. μπορεί να μην αρέσουν οι συνεντεύξεις, αλλά σίγουρα του αρέσει η παρέα και η συζήτηση. (Παράδειγμα είναι το ενδιαφέρον βιβλίο του Tony Palmer με τίτλο «Α Life on the Road», πού δεν είναι τίποτε άλλο από μία επιλογή των φιλικών συζητήσεων του Πάλμερ με τον μαέστρο.).
Μέρος λοιπόν αυτής της συζήτησής μας σας μεταφέρω, «with his best wishes για το TAR», όπως μας είπε.


Το πρόγραμμα του αξέχαστου ρεσιτάλ στο Εδιμβούργο, με την αφιέρωση του 
J.B.
(Τα έργα του 
Enrique Granados τα αντικατέστησε ο σολίστ επί σκηνής με την Suite Compostelana του Federico Mompou)

 

Κώστας Γρηγορέας: Η σημερινή συναυλία ήταν για μένα μια μεγάλη εμπειρία όσον άφορά την επικοινωνία καλλιτέχνη – ακροατηρίου. Κάτι πού κατά τη γνώμη μου έχει αρχίσει να χάνεται, ακόμα και στις συναυλίες κλασσικής κιθάρας. Ποιοι νομίζετε ότι είναι οι κύριοι λόγοι πού εμποδίζουν αυτήν την επικοινωνία;

Julian Bream: Δεν νομίζω πώς είναι εύκολο να πει κανείς γενικά τί φταίει, γι’ αυτό θα προτιμήσω να πω τί βοηθάει έμενα στο να έχω επαφή με το ακροατήριο μου.
Σίγουρα λοιπόν με βοηθάει ή κιθάρα μου. Αυτή ή Romanillos που παίζω, μπορεί να μην δίνει την εντύπωση του «τεράστιου» όγκου ήχου πού δίνουν άλλες κιθάρες, αλλά έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα· κάνει τέλεια διασπορά τού ήχου, με αποτέλεσμα να ακούγεται το ίδιο καλά μακριά, όσο και κοντά. Σε πάρα πολλές κιθάρες ή ένταση πέφτει απότομα όταν απομακρυνθείς, κι αυτό γιατί ο ήχος τους δεν έχει την δυνατότητα να «διαπεράσει», το χώρο, όσο κι αν δίνει την εντύπωση ότι είναι δυνατός. Αυτή λοιπόν η αίσθηση ασφάλειας ότι ο κάθε ένας από τους ακροατές  ακούει ακριβώς αυτό που εγώ θέλω να ακούσει, με κάνει να νιώθω σε πλήρη επαφή με το κοινό μου και προφανώς επηρεάζει και την γενικότερη επικοινωνιακή συμπεριφορά μου στην σκηνή.


Julian Bream και Jose Romanillos

Κ.Γ. Τι όμως μπορεί να κάνει, έστω και η πιο καλή κιθάρα, σε μια τεράστια και γεμάτη ακροατές αίθουσα;

J.B. Νομίζω ότι 2.000 ακροατές, είναι το maximum για μια σωστή συναυλία. Έχω παίξει βέβαια και σε μερικές αίθουσες με πολύ περισσότερα άτομα αλλά με τέλεια ακουστική χώρου, κάτι βέβαια όχι πολύ συνηθισμένο. Στις περιπτώσεις λοιπόν πού υπάρχει μεγάλος χώρος και κακή ακουστική, χρειάζεται μικροφωνική εγκατάσταση· κάτι που έμενα δεν μου αρέσει καθόλου.
(ΣΗΜ. Ας μην ξεχνά βεβαίως ο σημερινός αναγνώστης ότι η απάντηση αυτή αφορά τα μηχανήματα του 1983. Η εξέλιξη των μικροφωνικών εγκαταστάσεων υπήρξε εντυπωσιακή και δεν μπορώ να γνωρίζω ποια θα ήταν μια πρόσφατη απάντηση του J.B. σε αυτό το ερώτημα. Όμως, από διαίσθηση πιστεύω ότι θα ήταν η ίδια. Η επιλογή των οργάνων του (HauserRubioRomanillos κ.ά) ήταν πάντοτε με βάση την εξαιρετική ποιότητα του ήχου. Άρα νομίζω ότι δεν θα θυσίαζε ποτέ ούτε το 1% από αυτή, εάν είχε την δυνατότητα να επιλέξει).

Κ.Γ. Πολλοί κιθαριστές χρησιμοποιούν μόνιμα μικροφωνική στις συναυλίες τους. Ο φίλος σας o John Williams μάλιστα, μας έλεγε ότι θεωρεί τη μικροφωνική εγκατάσταση τον μόνον τρόπο για να ακούει ό ακροατής τον ίδιο ήχο που ακούει ο κιθαριστής από το όργανό του, και τελικά να φτάνει στα αυτιά του αυτό ακριβώς που θέλει να του δώσει ως εκτελεστής.

J.B. Για μένα το πιο συναρπαστικό πράγμα, είναι ή αμεσότητα της επαφής πού υπάρχει μεταξύ τής χορδής πού πάλλεται από το δάκτυλο τού κιθαριστή από τη μία, και τού ακροατή από την άλλη. Όταν παρεμβάλλεται ή μικροφωνική, όσο τέλεια και αν είναι, αυτό χάνεται. Άσε που κατά την γνώμη μου, ο ήχος αποκτά αναπόφευκτα μια ηλεκτρική χροιά.

Κ.Γ. Δεν θα μπορούσαμε όμως να πούμε ότι η ηχογράφηση και αναπαραγωγή δημιουργεί το ίδιο πρόβλημα; Κι εκεί παρεμβάλλονται μικρόφωνα και ηχεία.

J.B. Αυτό είναι άλλη υπόθεση. Νομίζω ότι ή ηχογράφηση με σωστά μηχανήματα, και κυρίως σε σωστό χώρο με καθαρή ακουστική και κυρίως με έναν σωστό και καταρτισμένο τεχνικό, μπορεί να δώσει θαυμάσια αποτελέσματα. Ο ηχογραφημένος ήχος σε αυτήν την περίπτωση δεν έχει την ψεύτικη χροιά της μικροφωνικής. Πιστεύω ότι στο παρεκκλήσι κοντά στο σπίτι μου (Σημ. Wardour Chapel στο Wiltshire) μαζί με τον μόνιμο συνεργάτη μου ηχολήπτη John Bower [1] έχουμε κάνει θαυμάσιες ηχογραφήσεις.

Ρεσιτάλ του Julian Bream στο Wardour Chapel. Μεταδόθηκε από το BBC2 την 1/2/1978.
Έργα  Bach, Villa-Lobos, Albeniz and Britten.

Κ.Γ. Μιας και μιλάμε για ηχογραφήσεις, θέλετε να μας πείτε τι καινούργιο ετοιμάζετε;

J.B. Κάτι όχι πολύ καινούργιο είναι ότι ηχογράφησα πάλι το Concierto di Aranjuez, σε Digital όμως αυτήν τη φορά. Σκέφτομαι να το βάλω σε ένα δίσκο αποκλειστικά με έργα Rodrigo. Τα άλλα κομμάτια θα είναι κατά πάσα πιθανότητα τα Fandango -Passacaglia -Zapateado και το  Invocacion y Danza. Όλα αυτά, για έναν ακόμα δίσκο της σειράς με Ισπανική μουσική που φτιάχνω τώρα. Ηχογράφησα επίσης και το έργο Sonatina του Federico Moreno Torroba, το  οποίο είχα να το παίξω πάρα πολλά χρόνια και ήταν αληθινά συγκινητική ή «επιστροφή» μου σ’ αυτό.

Κ.Γ. Στο σημερινό σας πρόγραμμα αντικαταστήσατε τα κομμάτια του Enrique Granados με την Suite Compostelana του Federico Mompou. Ένα τόσο όμορφο κομμάτι, που πραγματικά απορώ γιατί παραμένει σχετικά άγνωστο.

J.B. Για μένα τουλάχιστον, ήταν ξεχασμένο. Τυχαία, ψάχνοντας σε μία μουσική εγκυκλοπαίδεια για κάτι άλλο, είδα το όνομα του Mompou και ότι φέτος κλείνει τα 80 του χρόνια. Θυμήθηκα ότι κάποτε είχα συναντήσει αυτόν τον συνθέτη και μάλιστα τον είχα ακούσει να παίζει κομμάτια του στο πιάνο. Ήταν θυμάμαι μία θαυμάσια βραδιά. Τα κομμάτια του ήταν πολύ ατμοσφαιρικά και το παίξιμό του αληθινά υποβλητικό. Πρόκειται, για έναν θαυμάσιο πιανίστα και συνθέτη, όμως σχετικά άγνωστο, γιατί ποτέ του δεν προσπάθησε ιδιαίτερα για να προβάλει τη μουσική του. Πρόκειται για έναν πολύ συνεσταλμένο άνθρωπο. Θυμήθηκα λοιπόν τη σουίτα του, έψαξα στο αρχείο μου και βρήκα αυτό το πανέμορφο κομμάτι. Το έπαιξα σήμερα και θα το παίξω και στις άλλες συναυλίες τής περιοδείας μου (1983) για να τιμήσω τα 80 χρόνια του. Σκέφτομαι μάλιστα να το ηχογραφήσω.
Όμως για σκέψου! Αυτό το κομμάτι γράφτηκε για τον Andres Segovia που φέτος κλείνει τα 90 χρόνια του. Φαίνεται λοιπόν πώς αυτή ή γενιά, εκτός από θαυμάσιους μουσικούς, έβγαλε και… καλά διατηρημένους μουσικούς!

Για πες μου κάτι άλλο τώρα· ξέρω ότι το επίπεδο τής κιθάρας στην Ελλάδα είναι υψηλό. Όμως επαγγελματικά, πώς έχουν τα πράγματα στην πατρίδα σας; Ξέρω ότι μέχρι πριν λίγα χρόνια, για να ζήσει κανείς εκεί ως κιθαριστής έπρεπε να κάνει μαθήματα! (Με ηχηρό γέλιο απευθύνεται προς τον Πωλ) – Άκου φίλε μου… Μαθήματα!!!

Κ.Γ. Τα πράγματα οπωσδήποτε είναι καλύτερα τώρα, αλλά και πάλι είναι αδύνατον ένας μουσικός να ζήσει από της συναυλίες κλασσικής κιθάρας. Συνήθως λοιπόν ξεκινάμε για να παίξουμε μουσική και καταλήγουμε περισσότερο να διδάσκουμε μουσική.

J.B. Πολύ κρίμα. Εδώ στην Αγγλία εμείς έχουμε Guitar Societies σε πολλές μεγάλες αλλά και μικρές πόλεις, αλλά και Tοπικά Συμβούλια Γραμμάτων και Τεχνών, πού μπορούν να δώσουν καλή δουλειά σε έναν νέο μουσικό, ο οποίος εννοείται ότι διαθέτει τα προσόντα. Εύχομαι το ίδιο να γίνει κάποια στιγμή και στην χώρα σας.

Όμως… τα ποτήρια άδειασαν και κάπου εδώ τέλειωσε ή αξέχαστη εκείνη συζήτησή μας, μιας και κάποιος τον προέτρεψε με έντονο τρόπο να φορτωθεί την «ταξιδιωτική του εξάρτηση, και να τρέξει να προλάβει το τραίνο. Απίστευτα χαρούμενοι και περήφανοι για το ότι έδειχνε να απολαμβάνει την παρέα μας, σε σημείο που έπρεπε να τoν… μαλώσουν για να μας αφήσει, αλληλοχαιρετηθήκαμε εγκάρδια.

Με ευχαρίστηση πήρε και το τεύχος TAR που του πρόσφερα, χωρίς να παραλείψει να κάνει και το χαρακτηριστικό του χιουμοριστικό λογοπαίγνιο: «Oh, tar …. oh, ta! ….» (ta = thank you στην Εγγλέζικη αργκό).

«With his best wίshes» λοιπόν μας άφησε, τον Πωλ μεθυσμένο από τη χαρά του για τα καλά λόγια που άκουσε, κι έμενα να προσπαθώ να συμμαζέψω και να αποκρυπτογραφήσω τις σημειώσεις που έκανα τόση ώρα σε χαρτοπετσέτες, προγράμματα, κουτιά από τσιγάρα και σε ό,τι άλλο τέλος πάντων μπορεί να χρησιμοποιήσει ο ερασιτέχνης δημοσιογράφος στην απελπισία του…

Κώστας Γρηγορέας
Λονδίνο 1983
(Αναδημοσίευση και αναθεώρηση: Αύγουστος 2020)


Το αριστουργηματικό έργο Nocturnal op.70 του Benjamin Britten είναι αφιερωμένο στον Julian Bream και βασίζεται στο τραγούδι «Come, Heavy Sleep» από το πρώτο βιβλίο τραγουδιών του John Dowland (1597). Κάθε μέρος του έργου είναι και μια παραλλαγή, που σταδιακά οδηγεί όλο και πιο κοντά στο τραγούδι του Dowland, με το οποίο καταλήγει.

Come, heavy Sleep  (1597)
by John Dowland

Come, heavy Sleep the image of true Death;
And close up these my weary weeping eyes:
Whose spring of tears doth stop my vital breath,
And tears my heart with Sorrow’s sigh-swoll’n cries:
Come and possess my tired thought-worn soul,
That living dies, till thou on me be stole.

Come shadow of my end, and shape of rest,
Allied to Death, child to his black-fac’d Night:
Come thou and charm these rebels in my breast,
Whose waking fancies do my mind affright.
O come sweet Sleep; come or I die for ever:
Come ere my last sleep comes, or come never.

REST IN PEACE MAESTRO JULIAN BREAM…

 


ΟΛΑ ΤΑ ΤΕΥΧΗ ΤΟΥ ΕΝΤΥΠΟΥ TaR (No1 – No13) ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ Η KAI ΝΑ ΚΑΤΕΒΑΣΕΤΕ ΑΠΟ ΕΔΩ:
http://www.tar.gr/content/content.php?category=131

 


[1]  Ο John Bower υπήρξε ιστορικός ηχολήπτης του BBC, άρχι-ηχολήπτης στο Royal Northern College of Music, φίλος και προσωπικός ηχολήπτης του J.B.
Συνέντευξή μου από αυτόν για την τεχνική της ηχογράφησης της κιθάρας έχει δημοσιευθεί στο έντυπο TAR (Νο 6).

 

«Ο λόγος της γραφής», ένα διαμάντι της ελληνικής τηλεόρασης

Είναι πολύ συγκινητικό να ακούς τη δική σου μουσική τέχνη να συνοδεύει -«όσο χρειάζεται»- τις ανάσες υπέροχων ανθρώπων του Λόγου!
Αυτήν την τόσο σημαντική ευκαιρία, μου τη δίνει μια εκπομπή της ελληνικής τηλεόρασης που πιστεύω ότι πραγματικά γράφει Ιστορία: «Ο λόγος της γραφής» του εξαιρετικού σκηνοθέτη Μιχάλη Αναστασίου («Βουλή – Τηλεόραση»), μια σειρά ντοκιμαντέρ που αποτελούν εδώ και χρόνια ένα καταξιωμένο βήμα μεγάλων Ελλήνων καλλιτεχνών του λόγου, δημιουργώντας εξαιρετικές αισθητικές εμπειρίες για όσους τα παρακολουθούν. Δημιουργώντας όμως παράλληλα και ανεκτίμητα καλλιτεχνικά ντοκουμέντα, οργανωμένα άρτια από τον αρχισυντάκτη-παρουσιαστή της εκπομπής Θεόδωρο Γρηγοριάδη, επίσης διαπρεπή λογοτέχνη. Να αναφέρω επίσης ότι την θαυμάσια μουσική των τίτλων υπογράφει ο αγαπημένος μου φίλος φλαουτίστας Δημήτρης Φωτόπουλος.
Να την βλέπετε την εκπομπή! Είναι ένα από τα ελάχιστα λαμπερά και σημαντικά προγράμματα της τηλεοπτικής σκοτεινιάς.

Περισσότερες πληροφορίες:
https://www.michalisanastasiou.com/omicron-lambda972gammaomicronsigmaf-tauetasigmaf-gammarhoalphaphi942sigmaf.html

ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΣΚΑΛΚΩΤΑ (Λίγα λόγια και νότες από τον Κ. Γρηγορέα)

Ο Νίκος Σκαλκώτας υπήρξε, για τον χώρο της κλασικής μουσικής, η μεγαλύτερη μουσική συνθετική ιδιοφυΐα της Ελλάδας στον 20ο αιώνα. Ένας συνθέτης μέγιστου βεληνεκούς, που δυστυχώς η μοίρα δεν του επέτρεψε ούτε να εξελίξει και να ολοκληρώσει τη συνθετική του πορεία, αλλά ούτε και να χαρεί και να υποστηρίξει το έργο του απέναντι στο συντηρητικό κατεστημένο της ελληνικής μουσικής, το οποίο είτε αδυνατούσε είτε δεν ήθελε να κατανοήσει τις «απειλητικές» πρωτοπόρες ιδέες του.
Πιστεύω ότι η αξιοποίηση της ελληνικής μουσικής παράδοσης θα είχε πάρει άλλο, καλύτερο δρόμο στην έντεχνη μουσική με την καταλυτική του δημιουργική παρουσία και θα είχε αποφύγει τις (παλαιότερες) εθνικοπατριωτικές και (μετέπειτα) εθνοτουριστικές γραφικότητες, που εκτός λίγων φωτεινών εξαιρέσεων, δεν άντεξαν στο χρόνο και δεν κέρδισαν ακροατήριο.
Αλλά κυρίως, ως ηγετική καλλιτεχνική προσωπικότητα, θα είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στο να δημιουργηθεί αυτός ο σύνδεσμος παραδοσιακών βιωμάτων και σύγχρονων μουσικών ρευμάτων που θα έφτιαχνε ένα συνειδητοποιημένο και πολυπληθές ακροατήριο για μια ελκυστική και επίκαιρη ελληνική κλασική μουσική, όπως έγινε αντίστοιχα σε άλλες συγγενικές μας, όσον αφορά την μουσική τους παράδοση, χώρες.
Όπως κι αν έχει πάντως, χρωστάμε μεγάλη ευγνωμοσύνη σε αυτούς τους ανθρώπους που δούλεψαν και δουλεύουν ώστε να αναδειχτεί έστω ένα μέρος του έργου του Νίκου Σκαλκώτα και έχουμε υποχρέωση ως μουσικοί και μουσικόφιλοι να στηρίξουμε κάθε προσπάθεια ανάδειξης και απόλαυσης του συνθετικού του θησαυρού, ο οποίος εξακολουθεί να παραμένει σχεδόν στην αφάνεια.
(Δεκέμβριος 2019, έτους Σκαλκώτα)

ART CAMPUS ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΚΙΘΑΡΑΣ ΔΕΛΦΟΙ 2019 (του Κώστα Γρηγορέα)

 

Κατά τη διάρκεια των χρόνων της κρίσης, ζήσαμε μια απρόσμενη άνθηση των φεστιβάλ, σεμιναρίων, μάστερκλας κλπ. στο χώρο της κιθάρας και όχι μόνο. Με την εμπειρία μου ως διαχειριστής του TaR όμως, υποψιάζομαι πως όλα αυτά δεν υπήρξαν σημάδια για επί της ουσίας αναβάθμιση των δραστηριοτήτων του χώρου, απλώς η βιοποριστική ανάγκη των συναδέλφων οδήγησε σε μια πλειοδοσία βαρύγδουπων χαρακτηρισμών, έτσι ώστε οι κύκλοι μαθημάτων στα ωδεία να διαφημίζονται ως σεμινάρια (ή μάστερκλας) και τα τοπικά μουσικά εργαστήρια να διαφημίζονται ως φεστιβάλ. Άποψή μου τελικώς, είναι πως αυτό δεν βοήθησε την άνοδο της μουσικής εκπαίδευσης, ίσως μάλιστα το αντίθετο. Μια ματιά στις απαιτήσεις από μαθητές και γονείς για το επίπεδο μουσικών σπουδών δείχνει πως ο πήχης έχει χαμηλώσει επικίνδυνα. Παρατηρώντας μάλιστα στο χώρο της κιθάρας την εξέλιξη της διδακτέας ύλης και του ρεπερτορίου των συναυλιών, φοβάμαι ότι ο όρος «κλασική κιθάρα» επί της ουσίας θα αντικατασταθεί σχετικά σύντομα με τον αμερικάνικο γενικό ορισμό “nylon string guitar” και θα απομακρυνθεί από τον καλώς εννοούμενο κλασικό χώρο. Όμως, αυτή είναι μια πολύ μεγάλη κουβέντα και θα με βγάλει από τον στόχο μου ο οποίος είναι να παρουσιάσω μια σημαντικότατη εκπαιδευτική δραστηριότητα κλασικής κιθάρας, που παρόλο ότι είχε τις προδιαγραφές ενός φεστιβάλ, κατ’ ουσίαν λειτούργησε ως μια σωστή θερινή μουσική ακαδημία, όπως αυτές διοργανώνονται εδώ και πολλά χρόνια σε άλλες χώρες. Μια εκπαιδευτική δραστηριότητα που οι διοργανωτές της επέλεξαν να ονομάσουν «Art Campus Κλασικής Κιθάρας».

Το Art Campus λοιπόν, που πραγματοποιήθηκε στους Δελφούς το καλοκαίρι του 2019, το έζησα ως απλός παρατηρητής και αυτό ίσως με κάνει να βλέπω με πιο καθαρό μάτι τις σωστές του προδιαγραφές και τα επιτυχή αποτελέσματά του:

1.     Το Art Campus είχε ως συμβούλους της διοργάνωσης καταξιωμένους καλλιτέχνες. Στην συγκεκριμένη περίπτωση το πασίγνωστο κιθαριστικό ντούο Ευάγγελος Ασημακόπουλος & Λίζα Ζώη, αναμφισβήτητους δασκάλους του χώρου της κλασικής κιθάρας.

2.     Το Art Campus είχε καλεσμένους για ρεσιτάλ και διδασκαλία εκλεκτούς σύγχρονους κιθαριστές μεγάλης καλλιτεχνικής εμβέλειας, τους Gabriel Bianco, Rovshan Mamedkuliev, Marco Tamayo.

3.     Το Art Campus είχε Σύνολα Μουσικής Δωματίου με καθοδηγητή έναν εκλεκτό Έλληνα μουσικό, τον κορυφαίο βιολιστή της ΚΟΑ Δημήτρη Σέμση.

4.     Το Art Campus πραγματοποιήθηκε, σε έναν πραγματικά ελκυστικό τόπο, στους Δελφούς.

5.     Το Art Campus είχε μια απολύτως επαγγελματική οργάνωση από ανθρώπους που ειδικεύονται στην οργάνωση μουσικών εκδηλώσεων, εν προκειμένω την κιθαρίστρια Όλγα Καλογρηάδου, που δραστηριοποιείται και σε αυτό το επάγγελμα τα τελευταία 25 χρόνια. Αποτέλεσμα ήταν, ότι τα πάντα «δούλευαν ρολόι», οι ρόλοι ήταν διακριτοί, όλα κυλούσαν ομαλά, άρα το πεδίο για αυθορμητισμό ήταν ελεύθερο και ασφαλές. Εξ ου και η μεγάλη ικανοποίηση των συμμετεχόντων, νέων και παλαιών μουσικών, που πραγματικά το χάρηκαν, και μάλιστα με έμφαση ζητούσαν την επανάληψή του, κάτι όμως όχι εύκολα εφικτό μιας και τα Art Campus έχουν διαφορετικό αντικείμενο για κάθε εκπαιδευτικό έτος.

6.     Το Art Campus είχε ένα μεγάλο φορέα διοργάνωσης, τον Σύλλογο Φίλων της Μουσικής -διευθυντής του οποίου είναι ο μουσικολόγος κ.Αλέξανδρος Χαρκιολάκης– και την δραστήρια Αντιπρόεδρο του ΔΣ του Συλλόγου, την κα. Έφη Αβέρωφ-Μιχαηλίδου, που έχει την καλλιτεχνική εποπτεία του Art Campus.

7.     Το Art Campus είχε οικονομική ενίσχυση από ένα σημαντικό χορηγό, την Οικογένεια Γεωργίου Π. Λιβανού, έτσι ώστε όλα να γίνουν ακριβώς σύμφωνα με τις προβλέψεις και διοργανώθηκε σε ένα χώρο υψηλής αισθητικής και λειτουργικότητας όπως το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών.

8.     Το Art Campus έδωσε πραγματικά σοβαρό κίνητρο για ΠΟΛΛΟΥΣ εκ των φοιτούντων, οι οποίοι διακρίθηκαν στους ποικίλους τομείς δραστηριοτήτων του: Τη συμμετοχή σε μια επαγγελματικού επιπέδου Συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (9/11/2019), κάτι που όλοι καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικό γεγονός είναι για την αυτοπεποίθηση, αλλά και την προβολή των νέων μουσικών. Αυτό λοιπόν λειτούργησε ως μια πιο πλατιά έννοια βράβευσης και παιδαγωγικά σωστότερη κατά τη γνώμη μου, από ότι η κατάταξη «Α’ Βραβείο, Β’ Βραβείο κλπ.». (Μιλώντας φυσικά πάντα για μια διοργάνωση εκπαιδευτικού χαρακτήρα, κι όχι για έναν διαγωνισμό που θα δώσει ευκαιρίες σε ήδη ολοκληρωμένους νέους καλλιτέχνες).

Δεν αμφισβητώ ότι κατά καιρούς, υπήρξαν και υπάρχουν διοργανώσεις στην Ελλάδα που συγκεντρώνουν την αφρόκρεμα της κιθαριστικής Τέχνης. Όμως είναι αλήθεια ότι, δυστυχώς, σε ουκ ολίγες περιπτώσεις οι αγαθές προθέσεις και οι αγνές φιλοδοξίες δεν φτάνουν. Τα χρήματα είναι σε πολλές περιπτώσεις λίγα έως ανύπαρκτα, άρα και οι αμοιβές των διδασκάλων και ερμηνευτών όχι ανάλογες της αξίας τους. Οι φιλότιμοι και καλοπροαίρετοι οργανωτές-καλλιτέχνες δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τον έμπειρο manager, με αποτέλεσμα πολλές φορές να αυτοσχεδιάζονται επί τόπου πρόχειρες λύσεις. Και τέλος, οι χώροι φιλοξενίας και συναυλιών δεν είναι πάντα αντίστοιχοι της ποιότητας των καλλιτεχνικών διευθυντών και των προσκεκλημένων.

Νομίζω λοιπόν ότι μια διοργάνωση όπως το Art Campus πρέπει να αποτελέσει πρότυπο, ώστε να τοποθετηθούν τα πράγματα στο σωστό τους μέγεθος, για αρκετές εκ των αντίστοιχων διοργανώσεων. Είμαστε πλέον -δυστυχώς- στην εποχή που οι καλές και αγαθές προθέσεις δεν αρκούν σε τέτοιους τομείς δραστηριοτήτων…

Κώστας Γρηγορέας και Marco Tamayo

(Art Campus Δελφοί 2019)

 


ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

Τo ART CAMPUS “Διεθνείς Κιθαριστικές Συναντήσεις” διοργανώθηκε από τον Σύλλογο Οι Φίλοι της Μουσικής την εβδομάδα 8-14 Ιουλίου στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών

Οι βασικοί διοργανωτές του Art Campus 2019:
Έφη Αβέρωφ-Μιχαηλίδου, Αλέξανδρος Χαρκιολάκης και ‘Ολγα Καλογρηάδου


Στο Art Campus των Δελφών συμμετείχαν 39 νέοι ταλαντούχοι κιθαριστές από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό

1.      ΝΙΚΟΛΑΣ ΒΗΧΟΣ

2.      ΓΚΑΜΠΡΙΕΛΑ ΒΡΕΝΟΖΙ

3.      ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΚΡΕΚΗΣ

4.      ΑΣΠΑΣΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

5.      ΜΑΡΙΑ ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΑΚΗ

6.      ΟΡΦΕΑΣ  ΖΙΝΔΡΟΣ

7.      ΝΙΚΟΣ ΖΟΥΜΑΚΗΣ

8.      ΘΟΔΩΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥΔΗΣ

9.      ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΖΟΓΛΟΥ

10.  ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΦΕΝΤΖΗΣ

11.  ΖΑΧΑΡΕΝΙΑ  ΚΟΥΡΚΟΥΝΑΚΗ

12.  ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΥΔΩΝΙΑΤΗ

13.  ΑΔΡΟΜΑΧΗ ΚΩΣΤΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

14.  ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΕΜΟΝΗΣ

15.  ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΑΝΩΛΟΥΔΗΣ

16.  ΖΑΜΠΙΑ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

17.  ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΟΥΡΑΤΗΣ

18.  ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΜΠΑΞΕ

19.  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

20.  ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΝΤΟΥΜΑΝΑΣ

21.  ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΠΑΛΑΤΖΟΓΛΟΥ

22.  ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΤΟΓΛΟΥ

23.  ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ-ΡΑΦΑΗΛ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

24.  ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΪΑΚΩΒΟΥ

25.  ΆΡΤΕΜΙΣ-ΜΑΡΙΑ ΠΑΡΛΑΜΠΑ

26.  ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΕΡΡΑΚΗΣ

27.  ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΟΥΛΙΟΣ

28.  ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ

29.  ΠΑΥΛΟΣ  ΣΙΔΗΡΟΚΑΣΤΡΙΤΗΣ

30.  ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ

31.  ΔΗΜΗΤΡΗΣ  ΣΤΑΜΟΥ

32.  ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΖΑΝΝΕΤΑΚΟΥ

33.  ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΖΩΡΤΖΗΣ

34.  ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΑΛΙΚΙΔΗΣ

35.  ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΣΟΥΡΤΙΔΗ

36.  ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΤΥΠΑΛΔΟΥ

37.  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΛΔΑΙΟΠΟΥΛΟΣ

38.  UROS JACEVIC

39.  ALEXANDER YUZHANIN

Πραγματοποιήθηκαν 95 σόλο μαθήματα και ακούστηκαν 72 έργα πρωτότυπα γραμμένα για κλασική κιθάρα


Μάθημα με τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο

 


Μάθημα με τον Gabriel Bianco

 


Μάθημα με την Λίζα Ζώη

 


Μάθημα με τον Rovshan Mamedkuliev

 


Μάθημα με τον Marco Tamayo

 

Δημιουργήθηκαν ολιγομελή κιθαριστικά σύνολα καθώς και σύνολα μουσικής δωματίου για κιθάρα και άλλα όργανα (φλάουτο/έγχορδα) και παρουσιάστηκαν 19 έργα για σύνολα και 3 κοντσέρτα του Antonio Vivaldi


Μουσική Δωματίου με τον Δημήτρη Σέμση

 


Εργαστήρι Κιθάρας με τον Marco Tamayo

 

Οργανώθηκαν διαλέξεις με τους Ευάγγελο Ασημακόπουλο και Marco Tamayo, δόθηκαν ρεσιτάλ από τους προσκεκλημένους κιθαριστές Φώτη Κουτσοθόδωρο, Rovshan Mamedkuliev, Gabriel Bianco και δεν έλλειψαν οι εκπλήξεις με τις δύο έκτακτες και απρόσμενες εμφανίσεις του Marco Tamayo σε ρεσιτάλ που ενθουσίασαν το κοινό.


Gabriel Bianco

 


Marco Tamayo

 


Rovshan Mamedkuliev

 


Φώτης Κουτσοθόδωρος

 


Δημήτρης Σέμσης

 

Όλοι οι συμμετέχοντες σόλο κιθαριστές και τα σύνολα παρουσιάστηκαν σε 4 συναυλίες που έγιναν στο Αμφιθέατρο και στο Αίθριο του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών καθώς και στο Μουσείο του Αρχαιολογικού χώρου των Δελφών και ξεναγήθηκαν στον Αρχαιολογικό χώρο και στο Μουσείο των Δελφών κατά την τελευταία ημέρα, πριν από την τελική συναυλία.

Kλικ εδώ
για να δείτε το φωτο-άλμπουμ
με στιγμιότυπα συναυλιών και δραστηριοτήτων 
του Art
Campus2019

Νικητές Διαγωνισμών (Δελφοί 2019) 

Οργανώθηκαν τρεις μουσικοί διαγωνισμοί, για σόλο κιθάρα, για σύνολα και για τα κοντσέρτα του Vivaldi που έχουν μεταγραφεί για κιθάρα και έγχορδα.


Οι ακόλουθοι κιθαριστές και τα σύνολα που διακρίθηκαν στους Μουσικούς διαγωνισμούς θα συμμετάσχουν σε 

Δύο συναυλίες στις 19:00 και στις 21:00
που θα πραγματοποιηθούν το Σάββατο 9 Νοεμβρίου
στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών,
Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος.
 

ΣΟΛΟ ΚΙΘΑΡΑ

1.      ΘΟΔΩΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥΔΗΣ

2.      ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΖΟΓΛΟΥ

3.      ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΦΕΝΤΖΗΣ

4.      ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΠΑΛΑΤΖΟΓΛΟΥ

5.      ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΟΥΛΙΟΣ

6.      ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΣΥΝΟΛΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΔΩΜΑΤΙΟΥ

1.      ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΑΝΩΛΟΥΔΗΣ

2.      ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΝΤΟΥΜΑΝΑΣ

ΝΤΟΥΕΤΟ ΚΙΘΑΡΑΣ

ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΜΠΑΞΕ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΖΩΡΤΖΗΣ

ΚΙΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ «ΑΘΗΝΑ»

ΝΙΚΟΛΑΣ ΒΗΧΟΣ, ΓΚΑΜΠΡΙΕΛΑ ΒΡΕΝΟΖΙ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΚΡΕΚΗΣ,

ΟΡΦΕΑΣ  ΖΙΝΔΡΟΣ, ΖΑΧΑΡΕΝΙΑ ΚΟΥΡΚΟΥΝΑΚΗ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ  ΣΤΑΜΟΥ,

ΠΑΥΛΟΣ  ΣΙΔΗΡΟΚΑΣΤΡΙΤΗΣ , ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΣΟΥΡΤΙΔΗ


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΑΥΛΙΩΝ ΜΜΑ

ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ TaR

Κυριάκος Τζωρτζινάκης: Ανήσυχος, δυναμικός, εκρηκτικός, ευαίσθητος (Του Ιλάν Σολομών)

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΖΩΡΤΖΙΝΑΚΗΣ (Αθήνα, 1950 – Αθήνα, 22 Οκτωβρίου 1989)
TZORTZINAKIS-(twin_machine)

Ο Κυριάκος Τζωρτζινάκης έζησε λίγο (1950 – 22 Οκτωβρίου 1989), προσέφερε όμως πολλά στην κιθάρα και τη σύγχρονη ελληνική μουσική.

Είχα την τύχη να τον έχω συμμαθητή στο 39ο Δημοτικό Σχολείο κάπου εκεί στο τέρμα της οδού Πατησίων. Ήταν ο «άλλος» συνδιεκδικητής των δεκαριών (με ή χωρίς τόνο) των δασκάλων μας, αλλά όταν τα έβρισκα μπαστούνια αναζητούσα τα «φώτα του» πηγαίνοντας στο σπίτι του, κοντά στην Αχαρνών, με το ποδήλατο.

Είχα όμως κι εγώ την ατυχία να τον χάσω πολύ νωρίς. Αρχικά για τις σπουδές του και αργότερα, αδόκητα, για πάντα. Ίσως και γι’ αυτό να μην είμαι ο πιο αντικειμενικός άνθρωπος για την παρουσίαση του έργου του.

Στο Κόκκινο

Μόνο κάποια λίγα λόγια μπόρεσα να πω, κάποιες μόνο μνήμες μου. Όλα τα άλλα τα είπε -διαλέγοντας και τη μουσική- ο σπουδαίος ερμηνευτής των έργων του για κιθάρα και επιστήθιος φίλος του Κώστας Γρηγορέας, με τον οποίο τιμήσαμε τη μνήμη του στους 105,5 προχθές, βράδυ της 30ής παραμονής της οδυνηρά εσπευσμένης «αναχώρησής» του από τα εγκόσμια.


Tζωρτζινάκης – Γρηγορέας: Συμμαθητές στη σχολή του Δημήτρη Φάμπα (1975)

Ο Κυριάκος Τζωρτζινάκης έζησε λίγο (1950 – 22 Οκτωβρίου 1989), προσέφερε όμως πολλά στην κιθάρα και τη σύγχρονη ελληνική μουσική. Η εύρωστη πολυεπίπεδη δημιουργία του, έργα συμφωνικά, μουσικής δωματίου, για σόλο όργανο, για κιθάρα ή κιθάρες, συντέθηκε ανάμεσα στο 1975 και το 1978 αρχικά και στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ανάμεσα στο 1986 και το 1989. «Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, σαν να ήξερε ότι ‘η άμμος της κλεψύδρας του λιγόστευε’, συνέθετε αδιάκοπα, με ένα πρωτόγνωρο πάθος. Γιατί έτσι, ‘Χωρίς Όρια’, έζησε και δημιούργησε ο αξέχαστος στους όπου γης κιθαριστές Κυριάκος. Θα μας τον θυμίζει εσαεί η μουσική του» έγραφε γι’ αυτόν ο στενός του φίλος, ο έξοχος μουσικοκριτικός και άνθρωπος της μουσικής κ. Γιώργος Μονεμβασίτης.

Ο Κυριάκος υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς συνθέτες έργων για κιθάρα στην Ελλάδα. Γεννημένος στην Αθήνα, πήρε το δίπλωμά του από το Εθνικό Ωδείο με τον Δημήτρη Φάμπα, ενώ παράλληλα σπούδαζε Αρχιτεκτονική στη Φλωρεντία. Το συνθετικό του ταλέντο επισημάνθηκε νωρίς από προσωπικότητες όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο οποίος μάλιστα το 1976 σε ιδιόχειρο σημείωμα εγκωμίαζε την «έμπνευση και το πηγαίο ταλέντο» του νεαρού Κυριάκου: «Οι ‘Δώδεκα Σπουδές’ για κιθάρα του Κυριάκου Τζωρτζινάκη είναι μια πολύ ευχάριστη μουσική έκπληξη και μια προσφορά στην περιοχή της εκπαιδευτικής μουσικής, με ανυπολόγιστη αξία για τον τόπο μας. Παρ’ όλη τη νεότητά του, ο Τζωρτζινάκης, με προσοχή και με σοφή διαδοχή των κομματιών, αρχίζει τον μαθητή μεσ’ απ’ την παραδοσιακή ηχητική του οργάνου στις σπουδές 1 και 2, τον προχωρεί με φρόνηση σε πιο αρμονικές γραφές με τις σπουδές 3, 4 και 5, τον περνάει μεσ’ απ’ τις δύσκολες τεχνικά σπουδές 7 και 8, για να τον φέρει σε μια πιο σύγχρονη ηχητική με τις σπουδές 9,10 και 11 -τις πιο αξιόλογες της σειράς- και να τελειώσει με τη 12η σε μια αποθέωση της παραδοσιακής ηχητικής, πλουτισμένης μ’ όλες τις δεξιοτεχνικές εμπειρίες των σπουδών που προηγήθηκαν. Συγχαίρω τον Τζωρτζινάκη για ολόκληρη την εργασία του, όμως ακόμα περισσότερο για τους ευγενικούς στόχους που γνωρίζει να τους πραγματοποιεί μ’ έμπνευση και πηγαίο ταλέντο» – Μάνος Χατζιδάκις, Οκτώβριος 1976.


Ένα Τραγούδι για Όλους – Duo Επίγονος (Σπύρος Παπικινός – Άγγελος Νικολόπουλος)

«Γράφω μουσική για να παίζεται»

Στο σύντομο διάστημα της φυσικής ζωής του, ο Κυριάκος Τζωρτζινάκης πρόλαβε να γράψει αρκετά έργα για μία και δύο κιθάρες, για φλάουτο και κιθάρα, για πιάνο κ.λπ. καθώς και ένα κονσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα. Ταλαντούχος συνθέτης με φαντασία, ευρήματα και γούστο αλλά και με άριστη γνώση της κιθάρας, κάτι που του επέτρεπε να αξιοποιεί όλες τις ιδιαιτερότητες και τα χαρίσματα του οργάνου. Το γράψιμό του επηρεαζόταν αφάνταστα απ’ όσα συνέβαιναν γύρω του. Γι’ αυτό και είχε μέρες που έγραφε ακατάπαυστα, αλλά και μεγάλα διαστήματα αδράνειας.


Εξώφυλλο δίσκου με έργα του Τζωρτζινάκη για δύο κιθάρες

Παρορμητικός, ανήσυχος, ανικανοποίητος και βιαστικός στα έργα και στη ζωή, άφησε πίσω του ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Ο δυναμικός, εκρηκτικός και ταυτόχρονα ευαίσθητος χαρακτήρας του αντικατοπτρίζεται απόλυτα μέσα στο έργο του. Ανυπόμονη φύση καθώς ήταν, αρνιόταν να γράφει μουσική για να μένει στα αζήτητα. «Δεν μ’ ενδιαφέρει να γράφω μουσική για να μένει στο συρτάρι, αλλά για να παίζεται» έλεγε. Ακόμα όσοι τον γνώρισαν από κοντά αναπολούν τον πληθωρικό σε ενέργεια μουσικό και φίλο με το σπάνιο χιούμορ.

Το εξώφυλλο της (εμπλουτισμένης) επανέκδοσης του δίσκου «Ο Γρηγορέας παίζει Τζωρτζινάκη» (2007), ο οποίος εξακολουθεί να είναι σε κυκλοφορία

«Βλέπω την ανταπόκριση που υπάρχει τόσα χρόνια μετά, βλέπω ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν γνωρίζουν πότε έζησε αυτός, δεν γνωρίζουν αν αυτός πέθανε νωρίς ή ποιος ήταν. Και βλέπω ότι δέχονται τη μουσική του σαν σημερινή. Δεν τη δέχονται σαν μια μουσική που ήταν κομμάτι μιας μακρινής εποχής. Τα παιδιά, οι μαθητές της κιθάρας, την αγκαλιάζουν με πολύ μεγάλη ευκολία, το ίδιο και οι νέοι σολίστ. Τα έργα του δείχνουν πως αντέχουν στον χρόνο» έλεγε ο «κολλητός» του Κώστας Γρηγορέας στην επέτειο των 25 χρόνων της απουσίας του παλιού συμμαθητή μου και, πλέον, σύγχρονου κιθαριστικού μύθου.

Συνέντευξη του Κώστα Γρηγορέα στο Polismagazino (Μιχάλης Γωνιωτάκης)

[Αναδημοσίευση της συνέντευξης στον Μιχάλη Γωνιωτάκη (polismagazino.gr) – https://tinyurl.com/yxpkxraj%5D

«Είναι δεδομένο ότι σε μια μόνο ζωή δεν μπορείς να κατευθύνεις τη δημιουργικότητά σου σε πολλές κατευθύνσεις εάν έχεις ως στόχο την αξιοπρεπή καλλιτεχνική παρουσία»

Ποια είναι η πρώτη σας μουσική ανάμνηση;

Δεν θα μπορούσα να απομονώσω μια συγκεκριμένη ανάμνηση, μιας και η γονείς μου ως μουσικόφιλοι φρόντισαν να έχω συνεχή επαφή μαζί της από… βρέφος. Το Τρίτο Πρόγραμμα έπαιζε συνεχώς στο ραδιόφωνο, αλλά και στο μαγνητόφωνο μπομπίνας του πατέρα, στο οποίο είχε δημιουργήσει μια τεράστια συλλογή κλασικής κυρίως μουσικής. Ίσως σαν πρώτο άκουσμα που μου εντυπώθηκε, ήταν το σόλο φλάουτο από τα Καυκασιανά Σκίτσα του Ιππολύτοφ Ιβάνοφ, ένα υπέροχο κομμάτι όχι τόσο γνωστό δυστυχώς.

Με ποιόν Μουσικό θα θέλατε να βρεθείτε επί σκηνής;

Με πάρα πολλούς! Θα έλεγα όμως ότι είμαι πια σε μια ηλικία που, δυστυχώς ή ευτυχώς, αυτός ο «ένας» μουσικός ανήκει στο παρελθόν κι όχι στο μέλλον μου: και είναι ο Μάνος Χατζιδάκις. Η παρουσία του ως μέντορας και συνεργάτης στη μουσική ζωή μου για αρκετά χρόνια υπήρξε τόσο εκθαμβωτική που δύσκολα θα μπορούσα να απομονώσω κάποιον, από αυτούς που είναι στην σφαίρα του εφικτού φυσικά.

Περιγράψτε μας τη μέχρι σήμερα πορεία σας στη μουσική.

Ξεκίνησα ως σολίστ κλασικής κιθάρας, με ανησυχίες για συνεργασίες και εμπειρίες σε όλα τα είδη μουσικής που με συγκινούσαν. Είναι δεδομένο ότι σε μια μόνο ζωή δεν μπορείς να κατευθύνεις τη δημιουργικότητά σου σε πολλές κατευθύνσεις εάν έχεις ως στόχο την αξιοπρεπή καλλιτεχνική παρουσία. Οπότε στην πορεία μου, οι συγκυρίες μάλλον, με έσπρωξαν κατ’ αρχήν στην σολιστική καριέρα της κλασικής μουσικής, με ρεσιτάλ και ηχογραφήσεις. Στην πορεία σε αυτό προστέθηκε το ελληνικό τραγούδι, ως ακομπανιατέρ εξαιρετικών τραγουδιστριών, αλλά και ως συνεργάτης σπουδαίων τραγουδοποιών και συνθετών, σε συναυλίες και πάμπολλες ηχογραφήσεις. Σε αυτά, μέσω σπουδών και εμπειρίας, προστέθηκε η σύνθεση οργανικής μουσικής, η οποία θεωρώ ότι ολοκληρώνει «το πρόσωπο» που ονειρεύτηκα να αποκτήσω ως καλλιτέχνης.

Υπήρξαν επιρροές καθοριστικές θετικές ή αρνητικές;

Ο δάσκαλος Δημήτρης Φάμπας μου εμφύσησε την αγάπη για την κλασική κιθάρα. Ο Νότης Μαυρουδής ως φίλος και συνεργάτης την επέκτεινε. Ο συνθέτης Κυριάκος Τζωρτζινάκης με βοήθησε να την ταιριάξω στα μέτρα μου δίνοντας μου την πρώτη ευκαιρία να εκφραστώ προσωπικά μέσω των νέων έργων του. Ο Τάσος Καρακατσάνης μου έμαθε να συνυπάρχω στα οργανικά σύνολα και να αντιλαμβάνομαι τον ρόλο των οργάνων σε αυτά. Ο Μάνος Χατζιδάκις με έμαθε να απογειώνομαι μέσω αυτών. Και ο μαέστρος – πιανίστας Γιώργος Χατζινίκος μου δίδαξε το πως να ζω «και μαζί και χώρια» από την κιθάρα, μαθαίνοντάς με το να νιώθω προ παντός μουσικός, και κατά δεύτερον σολίστας που η τύχη έφερε στα χέρια μου αυτό το θαυμάσιο μουσικό εργαλείο: την πολυφωνική κλασική κιθάρα. Προφανώς υπήρξαν και πολλοί άλλοι επηρεασμοί από συνθέτες, τραγουδιστές, μουσικούς, όμως τα παραπάνω θα έλεγα πως υπήρξαν τα βασικά σκαλοπάτια της μουσικής ζωής μου, υπό την έννοια ότι καθόρισαν τις επιλογές μου.

Σας «τρομάζει» η επιτυχία ή η αποτυχία;

Νομίζω ότι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχοσύνθεσης ενός καλλιτέχνη και οι δυο αυτές πλευρές της δημιουργικής διαδικασίας. Μόνο που για τον καθένα είναι διαφορετικό το πως εννοούνται. Για έναν μουσικό και συνθέτη σαν κι εμένα, αποτυχία είναι να απογοητεύσω αυτούς που είναι κοντά στην Τέχνη μου και με πιστεύουν. Και επιτυχία το να νιώθω άξιος των προσδοκιών τους. Το να με αναγνωρίζουν κάποιοι που τυχαία με συναντούν στο δρόμο (αυτό δηλ. που το mainstream εννοεί επιτυχία του καλλιτέχνη) προφανώς δεν υπήρξε ποτέ το ζητούμενο, τότε θα ήταν πολύ διαφορετικές οι επιλογές μου ώστε να το (πιθανώς) πετύχω. Όχι βεβαίως ότι δεν είναι ευχάριστο όταν η αναγνώριση κάποιες λίγες φορές συμβαίνει (χα χα), η ματαιοδοξία του καλλιτέχνη είναι παρούσα, όμως προσπαθώ φιλότιμα να μην είναι καθοριστική. Ας μην ξεχνάμε όμως πως κάθε συνεπής καλλιτέχνης πρέπει να έχει ως ιδανικό στόχο το έργο του να αφορά άπαντες! Η πραγματικότητα πρέπει να είναι αυτή που θέτει τα όρια, όχι ο δημιουργός.

Ποια είναι η άποψή σας για τα μουσικά τηλεοπτικά talent show;

Η χειρότερη. Δημιουργούν ψευδαισθήσεις καριέρας σε παιδιά με δίψα για τέχνη (η απλά για προβολή) και απομακρύνουν τον μέσο άνθρωπο από την πραγματικότητα, η οποία είναι ότι η εκπαίδευση σε μια Τέχνη δεν γίνεται σε ένα μήνα αλλά σε πολλά, πάρα πολλά χρόνια μοναχικής και ομαδικής σκληρής προσπάθειας. Ότι οι πραγματικοί δάσκαλοι είναι προσωπικότητες με επιστημονική καλλιτεχνική κατάρτιση κι όχι τηλεοπτικοί αστέρες, ή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, πετυχημένοι επαγγελματίες της πιάτσας. Τα talent show (αποκαλούμενα… «Ακαδημίες» ενίοτε ευτελίζοντας πλήρως τον όρο) δημιουργούν αναλώσιμα τεχνητά «αστέρια» που ένα σύστημα προβολής τα δημιουργεί και μετά τα σβήνει με συνοπτικές διαδικασίες. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ψυχική υγεία αυτών των παιδιών, αλλά και την πολιτιστική υγεία ενός ολοκλήρου λαού, που γαλουχείται στο να βλέπει την Τέχνη ως «φιγούρα» ή «ξέδομα» και τίποτα παραπάνω.

Υπάρχουν μάνατζερ στην Ελλάδα που μπορούν να βοηθήσουν την πορεία ενός μουσικού;

Στο δικό μου χώρο, δηλ. της Έντεχνης Οργανικής Μουσικής, όχι δε νομίζω. Υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι που μπορούν να οργανώσουν ή να βοηθήσουν, όμως μάνατζερ με την κανονική έννοια, δηλ. του ανθρώπου που θα σου χτίσει μια καριέρα, όχι δεν υπάρχουν. Και το λέω με λόγο γνώσης, καθότι είχα στο παρελθόν κανονικό μάνατζερ στο εξωτερικό και γνωρίζω τι αυτό σημαίνει.

Ποια είναι τα μελλοντικά μουσικά σας σχέδια;

Κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες και σε cd η συλλογή μου (ως σολίστ και ενίοτε ως συνθέτης) με τίτλο “Kostas Grigoreas: Recording Guitarist”.
Έχω επίσης σχεδόν ολοκληρώσει τις ηχογραφήσεις με την πιο πρόσφατη συλλογή από συνθέσεις μου, που θα παρουσιαστούν σε άλμπουμ με εκλεκτούς Έλληνες μουσικούς. Ο τίτλος είναι «Ελληνικές Θαλασσογραφίες» και μέρος της παρουσιάστηκε τον Φεβρουάριο στη συναυλία μου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Παράλληλα συνεχίζω τη συνεργασία μου σε συναυλίες ως σολίστ και ως συνοδός με την εξαιρετική τραγουδίστρια Σαβίνα Γιαννάτου.
Επίσης ξεκινάμε πάλι τη συνεργασία μας με τον μοναδικό ερμηνευτή του Νέι, τον Χάρη Λαμπράκη, ξεκινώντας με μια «πασχαλινή» συναυλία για Νέι και κιθάρα, που θα πραγματοποιηθεί την Μεγάλη Δευτέρα στην Αίθουσα Νάκας της Αθήνας.

Παράλληλα συνεχίζω σταθερά να διαχειρίζομαι το διαδικτυακό μουσικό περιοδικό http://www.tar.gr, που μαζί με τον Νότη Μαυρουδή, την Έφη Αγραφιώτη, τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο, την Τίνα Βαρουχάκη, τον Άλκη Αναστόπουλο και αρκετούς άλλους σημαντικούς ανθρώπους του χώρου της μουσικής στηρίζουμε με την εθελοντική εργασία μας εδώ και 13 χρόνια.
Και φυσικά συνεχίζω να διδάσκω κλασική κιθάρα σε μαθητές κάθε ηλικίας, μια αγαπημένη συνήθεια πια…

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Κώστας Γρηγορέας είναι ένας από τους πιο προικισμένους Έλληνες κιθαριστές του καιρού μας. Σύγχρονος στην αντίληψή του για την κιθάρα και βαθιά καλλιεργημένος μουσικά…»
Μάνος Χατζιδάκις, συνθέτης, “Το Τετράδιο για Κιθάρα”
«…Εξαιρετική τεχνική και ήχος…»
Guitar magazine, Λονδίνο
«…Ως συνθέτη, τον Γρηγορέα χαρακτηρίζει αδιατάρακτη ισορροπία και συλλειτουργία οραματισμού και ευρηματικότητας […] Ως σολίστ, μας καθήλωσε με την ηχητική ευγένεια, την πλαστικότητα φράσεως και ρυθμού και έναν πλούτο λεπτότατων εκφραστικών αποχρώσεων…»
Γιώργος Λεωτσάκος, Εξπρές
«…Υπέροχο, Κώστα! Απήλαυσα την κάθε νότα του παιξίματός σου. Υπέροχη ζωντάνια, απόδοση των φράσεων… ΜΠΡΑΒΟ!»
Oscar Ghiglia, σολίστ κιθάρας
«…Μια λαμπρή εμφάνιση… ένας χαρισματικός κιθαριστής…»
Classical Guitar magazine
Ο Κώστας Γρηγορέας είναι ένα από τα επιφανέστερα μέλη της Ελληνικής κιθαριστικής οικογένειας και μια ξεχωριστή παρουσία στο χώρο της Ελληνικής μουσικής.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957 και έχει σπουδάσει κιθάρα, ανώτερα θεωρητικά και μουσική τεχνολογία.
Ξεκίνησε την κιθάρα σε μικρή ηλικία με τον μουσικοδιδάσκαλο Γιάννη Ανδρεόπουλο. Στη συνέχεια σπούδασε στην τάξη του κιθαριστή Δημήτρη Φάμπα στο Εθνικό Ωδείο και απεφοίτησε με «Αριστείο». Θεωρητικά της μουσικής σπούδασε με τους Μιχάλη Βούρτση, Νικηφόρο Νευράκη και Πέτρο Τσιτσόπουλο (Πτυχίο Φούγκας).
Συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στην Αγγλία με υποτροφία του Βρετανικού Συμβουλίου. Εκεί σπούδασε κιθάρα και ανώτερα θεωρητικά στο Royal Northern College of Music με τους Gordon Crosskey, John Williams και τον πιανίστα και μαέστρο Γιώργο Χατζηνίκο.
Αποφοιτώντας απέκτησε το Postgraduate Diploma του Πανεπιστημίου του Manchester.
Οι δραστηριότητες του περιλαμβάνουν συναυλίες, σύνθεση, συνοδεία τραγουδιού, παραγωγές ηχογραφημάτων και διδασκαλία.
Στις μακροχρόνιες συνεργασίες του ως σολίστ κλασικής κιθάρας σε συναυλίες και σε ηχογραφήσεις περιλαμβάνονται σημαντικότατοι Έλληνες συνθέτες και τραγουδοποιοί (Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Γιάννης Σπανός, Χρήστος Λεοντής, Νότης Μαυρουδής, Μιχάλης Τραυλός, Λένα Πλάτωνος, Κυριάκος Τζωρτζινάκης κ.ά.), διακεκριμένοι τραγουδιστές (Σαβίνα Γιαννάτου, Αλίκη Καγιαλόγλου, Μαρία Δημητριάδη, Νένα Βενετσάνου, Άννα Παρλαπάνου, Φλέρυ Νταντωνάκη, Λάκης Παππάς, Μαρίζα Κωχ, Χάρις Αλεξίου κ.ά.), καθώς και πάμπολλοι διαπρεπείς Έλληνες και ξένοι μουσικοί .
Έχει δώσει πολλές συναυλίες και έχει ηχογραφήσει για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, στην Αμερική, στην Αφρική και στην Άπω Ανατολή.
Συνθέτης «με πλούσιο όραμα» (κατά τον κορυφαίο μουσικοκριτικό Γιώργο Λεωτσάκο), έχει καταθέσει έργο σημαντικό για το ρεπερτόριο της Ελληνικής οργανικής μουσικής, με έμφαση στο ρεπερτόριο της κλασικής κιθάρας, είτε ως σολιστικού οργάνου, είτε ως μέρους συνόλου. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του έχει ήδη παρουσιαστεί σε συναυλίες, σε δισκογραφία και στο διαδίκτυο, αποσπώντας εγκωμιαστικές κριτικές από κοινό και κριτικούς. Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος του έργου του έχει εκδοθεί, είτε σε έντυπη μορφή από τον οίκο Παπαγρηγορίου-Νάκας, είτε σε ηλεκτρονική μορφή από τον Ελβετικό οίκο Musicaneo και τον Γαλλικό Free-scores. To 2013, σε παγκόσμιο διαγωνισμό σύνθεσης, με ελεγχόμενη διαδικτυακή ψηφοφορία, που διοργάνωσε το Free-scores, βραβεύτηκε η σύνθεσή του «My Sky» για 2 κιθάρες.
Σημαντικότατη είναι η παρουσία του στη δισκογραφία ως συνθέτης, αλλά και ως σολίστ κλασικής κιθάρας, με δίσκους για σόλο κιθάρα, μουσική δωματίου, φωνή και κιθάρα και πάρα πολλές συμμετοχές σε έργα σύγχρονων συνθετών.
Ως μουσικοπαιδαγωγός, ακολουθώντας την μεγάλη παράδοση των Ελλήνων βιρτουόζων της κιθάρας και διδάσκοντας μικρούς και μεγάλους μαθητές, έχει δημιουργήσει σχολή από διακεκριμένους κιθαριστές, οι περισσότεροι από τους οποίους κάνουν ήδη επιτυχημένη επαγγελματική καριέρα.
Διδάσκει και είναι έφορος της κιθάρας στα ωδεία Πυθαγόρειο και Πειραματικό Ψυχικού στην Αθήνα και Πολυρυθμία στην Πρέβεζα, όπου είναι και βασικός διοργανωτής των εκδηλώσεων «Ημέρες Μουσικής Πρέβεζας».
Επίσης συμμετέχει ως μέλος της κριτικής επιτροπής σε μουσικούς διαγωνισμούς διεθνούς κύρους.
Είναι τακτικό μέλος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών.
Μαζί με το Νότη Μαυρουδή εκδίδουν το «TaR – μουσικό διαδικτυακό περιοδικό με αφορμή την κιθάρα» ( http://www.tar.gr/ )

Επίσημη ιστοσελίδα: http://www.grigoreas.gr

Για το άλμπουμ «Η λέξη που λείπει» του Βασίλη Τζαβάρα

(Ομιλία του Κώστα Γρηγορέα, για την παρουσίαση του νέου άλμπουμ του Βασίλη Τζαβάρα «Η λέξη που λείπει», που έγινε στο Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν στις 6 Ιουνίου 2019).

Τον Βασίλη θα έλεγα ότι τον γνώρισα απ’ ευθείας από την πηγή, δηλαδή την τέχνη του.
Ήταν μια ευτυχής στιγμή, όταν έφτασε στα χεριά μου πριν 10+ χρόνια ένα CD των Project 37 (Β. Τζαβάρας , Χάρης Λαμπράκης (ο έτερος συνήθης ύποπτος). Γοητεύτηκα λοιπόν από το άκουσμα και έγραψα αυθόρμητα κάποια λόγια στο διαδικτυακό TaR.gr, που τότε ξεκινούσε τα πρώτα του βήματα.
Αυτό υπήρξε η αφορμή να γνωριστούμε με τον Τζαβάρα και μάλιστα στη συνέχεια να τον «ψήσω» να ασχοληθεί και ως συνεργάτης με το Ταρ.

Εδώ όμως, για να δικαιολογήσω τη σημερινή παρουσία μου, νομίζω ότι πρέπει κάπως να τοποθετηθώ ως μουσικός, καθότι σε άλλα χωράφια έχετε γνωρίσει εμένα. Και μια απλή ματιά δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει την συγγένειά μου με τον Βασίλη, η οποία κάποια στιγμή μάλιστα έφτασε να γίνει και συνεργασία, όταν συμμετείχε μαζί με τον Λαμπράκη ως Project 37 στη συλλογή έργων μου «Soundtracks». (Απόσπασμα αυτής της συνεργασίας είχαν την ευκαιρία μάλιστα να ακούσουν πρόσφατα όσοι ήρθαν στη συναυλία μας στο ΜΜΑ στα τέλη Φεβρουάριου 2019).

Αν και σολίστας μουσικός και συνθέτης λοιπόν της «επακριβούς» μουσικής γραφής (και επί σκηνής καταξιωμένος αυτοσχεδιαστής μόνο ως  συνοδός τραγουδιού), πάντοτε θαύμαζα και θαυμάζω τον ειλικρινή «σολιστική» ελεύθερο αυτοσχεδιασμό ως τρόπο δημιουργίας και σκηνικής μουσικής ερμηνείας και νομίζω ότι είναι καθαρά θέμα συγκυριών το ότι κάποια στιγμή δεν προέκυψε αυτό στην ζωή μου, ως εκτελεστή μουσικού.
Διότι ως συνθέτη σαφώς μου προέκυψε, όμως στην ασφάλεια του δωματίου μου. Άλλωστε αυτή σχεδόν πάντα είναι η αρχική  πηγή ιδεών για τις συνθέσεις μου.

   

Στιγμιότυπα από την παρουσίαση στο Θέατρο Τέχνης (6/6/2019)

Παρένθεση: Θα μου πείτε τώρα, ακόμα δεν άρχισες, για τον Τζαβάρα μιλάς η για τον εαυτό σου; :)
Μα τα λέω όλα αυτά γιατί θέλω να προσδιορίσω το που αρχίζει η… ζήλεια μου για τον Βασίλη.
Διότι ο μπαγάσας κατέχει αυτό το θράσος της άμεσης σκηνικής δημιουργίας, που η ίσως πιο ακαδημαϊκή προσέγγιση στη μουσική, εμένα μου στέρησε. Κι επειδή αυτό είναι «τρόπος μουσικής ζωής», μη νομίζετε ότι γίνεται τόσο εύκολα να είσαι αυθεντικός και επαρκής και στα δυο.

Αρά κατά τη γνώμη μου, ο Βασίλης ανήκει σε μια κατηγορία αξιοθαύμαστη, δηλαδή των δημιουργών μουσικών που εκθέτουν βιωματικά μουσικά έργα είτε ανασύροντας ιδέες από το παρελθόν είτε αφήνοντας τον αυθορμητισμό της στιγμής να αποφασίσει. Και παρόλο το ότι, όπως πριν επεσήμανα, εγώ δεν λειτουργώ έτσι, δεν παύω να νιώθω συγγενής καλλιτέχνης με τον Τζαβάρα, αν και η απλοϊκή ανάλυση των πραγμάτων θα μας έβαζε το πολύ σε απλά γειτονικούς χώρους.
Λέω απλοϊκή ανάλυση, διότι μια σοβαρή ανάλυση πρέπει σαφώς να κατατάσσει όλους εμάς στον ίδιο χώρο, αυτόν της σύγχρονης μουσικής δράσης. Ο οποίος έχει πλέον ξεφύγει από τα στεγανά των «ακαδημαϊκών σχολών» από τη μια, ή τις αυθαιρεσίες των πειραμάτων από την άλλη. Οι οποίες, αμφότερες δυστυχώς δεν μπόρεσαν, παρόλο ότι για μια 100ετια προσέφεραν ουκ ολίγα μουσικά διαμάντια, να προσεγγίσουν το κοινό.
Όχι το «ευρύ κοινό». Το κοινό!

Ο Βασίλης λοιπόν φτιάχνει σύγχρονη μουσική. Στην συγκεκριμένη περίπτωση μουσική για θέατρο, εικόνες, δράσεις. Τη φτιάχνει όπως ένας ειλικρινής μουσικός δημιουργός του 21ου αιώνα, που πλέον τα ερεθίσματά του δεν αντλούνται από τον μικρόκοσμο μιας «έντεχνης σχολής», είτε αυτή είναι η Β «ακαδημαϊκή» κλασική σχολή είτε η Α «ελευθεριάζουσα» τζαζ σχολή. Τα ερεθίσματα στις μέρες μας είναι πλέον χείμαρρος και από όλες τις κατευθύνσεις. Από τα πιο χυδαία και κιτς, μέχρι τα πιο καλόγουστα και κομψά. Κι ένας ευαίσθητος δέκτης δεν έχει άλλη επιλογή από το να ενσωματώσει όλα αυτά στο έργο του, λειτουργώντας ακόμη και ως συγκολλητικός παράγοντας αντιφατικών πραγμάτων.

Στις μουσικές που ο Βασίλης δημιούργησε και μπορείτε να ακούσετε σε αυτό το άλμπουμ, η απολυτή αυτή ελευθέρια είναι προφανής. Και είναι επίσης εντυπωσιακή η ευκολία που ο ακροατής μπορεί να πετύχει ανασύσταση υποκειμενικών εικόνων από τη μουσική του Τζαβάρα. Κάτι που ναι μεν δεν ήταν το αρχικό ζητούμενο, μιας και αυτές οι μουσικές φτιάχτηκαν για να επενδύσουν παραστάσεις, είναι όμως πάντοτε αυτή η ευχάριστα αναπόφευκτη «παρενέργεια» ενός αξιόλογου μουσικού έργου. Καθότι η μουσική ως αφηρημένη τέχνη μπορεί να υπάρξει και μονή της και να δώσει αφετηρίες για υποκειμενικές ερμηνείες, ανεξάρτητες ακόμα και από τις ίδιες τις αρχικές προθέσεις του δημιουργού της!

Αυτή άλλωστε ακριβώς είναι η πραγματική σφραγίδα του «κλασικού». Κι όχι οι ψεύτικες ταμπέλες που οι εμπόριο δίνουν στα κάθε λογής, δήθεν ποιοτικά, κατασκευάσματα που πλέον μας κατακλύζουν, ως υποτίθεται αντίλογος στις  καθημερινές μουσικές σαχλαμάρες.

Πάρτε λοιπόν το δισκάκι του Βασίλη και απολαύστε το. Φτιάξτε τις δίκες σας ονειρικές παραστάσεις με αφορμή τα έργα του. Και διαδώστε αυτή την τόσο σημαντική δημιουργική σκηνή μέσα στην οποία λειτουργεί, η οποία υπάρχει ολοζώντανη στην καθημερινότητα μας! Μην αφήνετε να μας την κρύβουν τα σκουπίδια και ο θόρυβος.

Κώστας Γρηγορέας (6/2019)

Η μουσική βασική εκπαίδευση σε αδιέξοδο;

Μια ακόμη σχολική χρονιά αρχίζει για τη μουσική εκπαίδευση. Η απορία είναι το πόσο, πάλι, θα αναγκαστούμε να χαμηλώσουμε τον πήχη των απαιτήσεων σε σχέση με πέρσι. Όμως δυστυχώς, παρόλες τις όποιες τοπικές μας στραβομάρες, τα πράγματα παγκοσμίως είναι μάλλον απλά. Όταν τα ωδεία ξεχείλιζαν από μαθητές σε όλα τα όργανα, τα πρότυπα στα νέα παιδιά δεν είχαν καμιά σχέση με αυτά τα ισοπεδωτικά ηχητικά κατασκευάσματα του mainstream με τα οποία καλούμαστε να αναμετρηθούμε εμείς οι μουσικοπαιδαγωγοί. Ακόμα και για να παίξεις το πιο χαζό ποπ η το πιο ευτελές σκυλάδικο στο παρελθόν, φαντασίωνες πχ μια κιθάρα στα χέρια σου. Τώρα? Μα για να «δημιουργήσεις» ή να «παίξεις» αυτά τα κατασκευάσματα δεν χρειάζεται να εχεις την παραμικρή γνώση μουσικής!.. Για να το κάνω πιο λιανά για τους μη μουσικούς, οι απαιτούμενες μουσικές γνώσεις είναι αντίστοιχες του μετρήματος από το 1 έως το 10 όταν, συγκριτικά, η έντεχνη μουσική οποιουδήποτε είδους απαιτεί το ελάχιστο μουσικά-μαθηματικά λυκείου. Το απολύτως μίνιμουμ! (Κι ας μην συζητήσουμε φυσικά για τις… φιλολογικές γνώσεις που απαιτούνται για την ακατάσχετη λογόρροια των, με λεξιλόγιο νηπίου, στίχων).
Σχεδόν 40χρ μουσικής διδασκαλίας και δεν μπορώ να θυμηθώ άλλη εποχή που να είναι σχεδόν ανέφικτο να βρω σημείο επικοινωνίας με τόσα πολλά νέα παιδιά. Κλασικός ήμουν, αλλά εύρισκα πάντα κάτι έξυπνο και νόστιμο της ροκ, της ποπ, του λαϊκού, του ελαφρού κλπ. κλπ. που θα κινούσε σίγουρα το ενδιαφέρον των μαθητών.
Όμως τώρα με τί να το κινήσω; Τα παιδιά, όπως είναι και το φυσιολογικό, θέλουν να επικοινωνήσουν μέσω τραγουδιών της γενιάς τους. Δεν είμαι σε θέση να αντιληφθώ τι άλλο χρήσιμο υλικό αντλούν από τα περισσότερα από αυτά κι ούτε, λόγω ηλικίας, μπορώ να έχω άποψη. Όμως είμαι σε θέση να καταλάβω ότι, αντικειμενικα, η τέχνη της μουσικής όπως την ορίζει ο δυτικός κι όχι μόνο πολιτισμός, είναι απούσα σε αυτά. Η μάλλον, είναι κατ’ επίφαση παρούσα…

«Όχι άλλη θλίψη» (Της Έφης Αγραφιώτη)

«Όχι άλλη θλίψη», τραγουδάει ο συνθέτης. Ο Κώστας Γρηγορέας κι εγώ τον… βοηθάμε για να μας πείσει όλους. Οι δυο μας, όχι θλίψη δεν νιώσαμε εδώ και τόσα χρόνια συνεργαζόμενοι μουσικά (αλλά και ως συντάκτες στο www.tar.gr) αλλά μάλλον το αντίθετο.

Τα προγράμματα μας περιείχαν συνθέσεις του Κώστα και έργα άλλων συνθετών, γνωστότερων και άγνωστων, για σόλο πιάνο και κιθάρα με πιάνο. Το ντουέτο αυτό του Neuland άρεσε στο κοινό ιδιαίτερα. Είμαστε όμως πολύ χαρούμενοι που, πέραν των άλλων σημαντικών σημείων, προσελκύσαμε νεώτερους κιθαριστές να παίξουν συνθέσεις για το συνδυασμό κιθάρα – πιάνο, πολύ αγαπητό παλιότερα αλλά μάλλον υποτιμημένο τα τελευταία 60-70 χρόνια.

Ο συνθέτης Wilhelm Neuland γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1806 σε περιβάλλον που δεν είχε σχέση με την τέχνη, πάντως ο πατέρας του εθεωρείτο εξαιρετικός, καλόγουστος και ταλαντούχος ράφτης! Ένας μετρ της εποχής του.
Μεταξύ 1814 και 1820 ο μελλοντικός συνθέτης φοίτησε σε ιδιωτικό σχολείο στη Βόννη. Εκτός από τα θύραθεν διδασκόμενα μαθήματα, στο σχολείο ξεκίνησε την βασική μουσική του εκπαίδευση ερχόμενος σε επαφή με τα θεωρητικά της μουσικής και την ιστορία της αλλά και με διάφορα όργανα, που ανάλογα με την πορεία του σε αυτά, οι υπεύθυνοι θα τον καθοδηγούσαν στο πιο προσιτό για την περίπτωση του, ώστε να ειδικευθεί εν συνεχεία σε αυτό. Πήρε λοιπόν πολλές γνώσεις πιάνου, βιολοντσέλου, όμποε, κλαρινέτου και έδειξε μια φυσική ευκολία στην προσέγγιση της τεχνικής πολλών ακόμα οργάνων.

Το 1824 ξεκίνησε να παίζει ανάλογα με τις απαιτήσεις, όμποε, κλαρινέτο και τσέλο στη Φιλαρμονική του Πεζικού κατά την στρατιωτική του θητεία. Στη συνέχεια παρέδιδε μαθήματα στη Βόννη. Το 1828 διορίστηκε μουσικός διευθυντής της Société Philharmonique στο Calais. Από το 1830 έως το 1835 δίδασκε πιάνο και σύνθεση παράλληλα στο Calais και στο Λονδίνο περνώντας ένα εξάμηνο σε κάθε πόλη. Η φήμη του ως συνθέτη και δασκάλου που κατέκτησε στο Λονδίνο τον ώθησε στο να υποστηρίξει καλύτερα το συνθετικό του έργο. Η δημοσίευση των έργων του από φημισμένους εκδοτικούς οίκους, έδωσε ευκαιρίες να εκτιμηθεί το πολύπλευρο ταλέντο του σε συναυλίες στη Βιέννη, τη Δρέσδη, την Πράγα και το Βερολίνο, όπου γνωστοί μουσικοί της εποχής τα έπαιξαν.

Ο Neuland έγραφε σε ρομαντικό ύφος, ακολουθώντας το στυλ του Schumann. Τα πρώτα του έργα για κιθάρα καθιέρωσαν το όνομά του και τον έκαναν έναν από τους πρώτους συνθέτες μουσικής για κιθάρα, δύο κιθάρες και κιθάρα με πληκτροφόρο. Τα τελευταία χρόνια τα τραγούδια του και τα κιθαριστικά του έργα έχουν δημιουργήσει και πάλι -μετά από πολλές δεκαετίας σιωπής- ένα νέο – αν και μικρό επί του παρόντος- ενδιαφέρον των μουσικών και του κοινού.

Πέθανε στη Βόννη το 1889 και θάφτηκε στο Alter Friedhof (Παλαιό Νεκροταφείο).

Επ’ ευκαιρία όμως, θα προσθέσω μερικές ακόμα «μουσικές ευχές» για όχι άλλη θλίψη, non piu mesta:

Non piu mesta,του έτους 1818, μια σύνθεση του τριανταπεντάχρονου τότε βιολονίστα Νικολό Παγκανίνι για βιολί και πιάνο (πρώτη γραφή) και για τσέλο και πιάνο (μεταγραφή, σχεδόν ταυτόχρονη). Δεξιοτεχνική απογείωση για… «όχι άλλη θλίψη» κι αυτή!!!

Η πιο γνωστή και πάρα πολύ αγαπητή μουσική σελίδα με τον ίδιο τίτλο είναι το Non più mesta από την La cenerentola του Gioacchino Rossini, που πάνω στο θέμα της γράφτηκαν κι άλλα έργα αργότερα.

Η πιο άγνωστη αλλά και πολύ λιγότερο ενδιαφέρουσα, πιθανότατα, είναι η Non piu mesta του Σοπέν, (Variations in E major), από την Cenerentola κι αυτή, για φλάουτο και πιάνο. Προσθέτω ότι το χειρόγραφο του Σοπέν αμφισβητήθηκε σαν μη ταυτόσημο του γραφικού χαρακτήρα του αλλά δεν ξέρω κάτι περισσότερο. Το έργο αναφέρεται σαν δικό του.

Αγαπητοί μου, όχι άλλη θλίψη. Η μουσική μπορεί να κάνει (και) θαύματα. Μπείτε χωρίς κανέναν ενδοιασμό στο μυστικό της καταφύγιο, είμαι βέβαιη ότι θα σας υποδεχτεί με θέρμη!

Καλή σας ακρόαση.

Πηγή: http://www.globalview.gr/2019/06/20/non-piu-mesta/

Για το βιβλίο του Αλέξη Βάκη «Ένα παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι» 

(Ομιλία του Κώστα Γρηγορέα, που έγινε στην παρουσίαση του βιβλίου στις 12/6/2019 στο Polis Art Café, Αθήνα)

Είχα ένα δίλλημα για σήμερα: Να αυτοσχεδιάσω, η να φτιάξω «παρτιτούρα» ώστε να μιλήσω για το ωραιότατο βιβλίο του φίλου μου του Αλέξη;
Διαβάζοντας το, συνεχώς άλλαζα γνώμη. Από τη μια, η αμεσότητα του λόγου του με έκανε να φοβάμαι ότι ίσως «η παρτιτούρα» δεν θα ταιριάξει σε μια τέτοια, σαν σε παρέα, παρουσίαση. Από την άλλη όμως, η σοβαρότητα και η προσεκτική τεκμηρίωση των γεγονότων και των απόψεων που ακολουθεί πάντα, με έσπρωχνε στην αντίθετη κατεύθυνση.
Το δίλλημα μου το έλυσε ο ίδιος ο Αλέξης προς το τέλος του βιβλίου του, όπου αναφέρει: «Ο αυτοσχεδιασμός δεν είναι γενικά η θεότητα μου στη μουσική». Να λοιπόν κι ένα ακόμη θέμα στο οποίο ταυτίζομαι μαζί του, ανάμεσα στα πάμπολλα του βιβλίου. Όπως δηλώνει, ναι μεν στην αμεσότητα της ραδιοφωνικής εκπομπής προτιμάει κάποιες φορές τον αυτοσχεδιασμό, όμως στο «έργο» προτιμά την οργανωμένη προετοιμασία. Σαν τον Αλέξη λοιπόν κι εγώ, όταν συνοδεύω με την κιθάρα μου σε τραγούδι, «άμεσα» αυτοσχεδιάζω. Όμως δεν είναι αυτή η θεότητα μου όταν πρέπει να… σολάρω! Όπως δηλαδή έχω σκοπό να  κάνω τώρα, σχετικά με το «έργο» του Βάκη.

Από παρτιτούρα λοιπόν! Καθότι αυτό μάλλον ενώνει ως νοοτροπία εμένα και τον Αλέξη ως μουσικούς και συνθέτες. Αμφότεροι πιστεύουμε ότι όσο πιο πολύ εκτιμάς και σέβεσαι κάτι, τόσο πιο έτοιμος και οργανωμένος θέλεις να είσαι στην παρουσίασή του. Έτσι συμβαίνει στη μουσική που μας αρέσει να φτιάχνουμε η να ακούμε, ακόμα κι όταν το μάρκετινγκ του χώρου στον οποίον κινείται κανείς επιβάλλει ενίοτε τα να παρουσιαστείς επί σκηνής και να υποδυθείς το ρόλο του μουσικού όπου επί τόπου και ως δια μαγείας «δέχεσαι την επιφοίτηση».

{Παρένθεση εδώ, με αφορμή ένα χαριτωμένο που διάβασα στο βιβλίο: Πλάκα-πλάκα εμάς της παρτιτούρας, μας υπερασπίζεται άθελά του κι ο πολύς Μάρκος Βαμβακάρης. Ο Μάρκος λοιπόν, πριν παρουσιάσει στο κοινό του ένα τραγούδι, αφού πρώτα το τελειοποιούσε στην κάθε μουσική του λεπτομέρεια, πρώτα το δοκίμαζε με έναν συνάδελφό του, ο οποίος το χόρευε. Με δυο λόγια ο Μάρκος να μεν δεν ήξερε από νότες για να γράψει την τελική μορφή του έργου του, ήξερε όμως από βήματα και τοιουτοτρόπως την κατέγραφε! Ώστε πανέτοιμος και κατασταλαγμένος να την παρουσιάσει στους, προφανώς απαιτητικότατους, μάγκες του φαν κλαμπ! Κι έξω από πλάκα, δεν υπάρχει σωστός μουσικός που να μην έχει διαμορφώσει τις σημειώσεις του πριν παρουσιάσει κάτι. Άλλος με νότες, άλλος με σκονάκια, άλλος με σχήματα, άλλος με βήματα…}

Οργανωμένος άριστα λοιπόν στο έργο του και ο Βάκης, γι’ αυτό κι ένα βιβλίο του με τον μάλλον ανάλαφρο και συναισθηματικό τίτλο «Ένα παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι», τελικά αποδεικνύεται να είναι ένα πολύ σοβαρότερο ανάγνωσμα-δοκίμιο για την ελληνική μουσική δημιουργία, απ’ ότι ο έξυπνα ελκυστικός τίτλος του προδιαθέτει, κάνοντας μια ωραιότατη αναδρομή στην ιστορία της δημοφιλέστερης ελληνικής φόρμας, αυτής του τραγουδιού. Είτε αυτό το είπαν ελαφρό είτε βαρύ, είτε το είπαν λαϊκό είτε έντεχνο. Το καλό ελληνικό τραγούδι, που όλα αυτά τα εμπεριέχει εκ κατασκευής, απλώς μετά μπήκαν τα ταμπελάκια ώστε να ξέρει ο έμπορος σε πιο ράφι να βάλει το κάθε δημιούργημα, ώστε να μπορέσεις εύκολα εσύ να το βρεις. Η έστω για να βρει, ο διαφημιστής, το έξυπνο κόλπο που θα σε κάνει οπαδό του και θα το προωθήσεις.
Το «παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι» του Βάκη, όπως θα διαπιστώσετε, παίζει όλα τα ελληνικά τραγούδια, ανελλιπώς! Και ναι μεν άνθρωποι είμαστε κι έχουμε τα γούστα μας, όμως ουδείς άξιος αδικείται από τον Αλέξη δια της μη αναφοράς. Υπάρχει η αντικειμενική παραδοχή της αξίας, όμως με τον (Βακικού τύπου) υποκειμενικό υπαινιγμό του στυλ «όμως εμένα δε με φτιάχνει» ως επιμύθιο.

Κι εγώ από ένα γκρι «παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι» ξεκίνησα. Τουλάχιστον αυτό ήταν το δικό μου, μιας και ο λάτρης της κλασικής (και του Θεοδωράκη ως αριστερός, βεβαίως-βεβαίως) πατέρας μου, είχε και το σούπερ-ντούπερ ραδιοπικάπ Grundig στο σαλόνι, όπου εκεί μάλιστα ακούγαμε και μπάσα! Και για μένα, αλλά και για τον Αλέξη, αυτό το ταπεινό μηχάνημα απεδείχθη μια από τις βασικές εμπνεύσεις ώστε να καταλήξουμε στο χώρο της μουσικής. Η διαφορά είναι ότι ενώ αυτός μάλλον το χρησιμοποίησε και για να αναλύει τις μουσικές που έπαιζε, εγώ προτίμησα να πάρω ένα κατσαβίδι και να αναλύσω το μηχανισμό, που τις έπαιζε, ώστε με διάφορες μετατροπές το ταπεινό ντουαλάκι να καταλήξει να παίζει με… στερεοφωνική κεφαλή στηριγμένη με πατέντα στο μπράτσο του, με σύνδεση για 2ο κανάλι στο ιστορικό telefunken ραδιόφωνο του παππού. Κι όπου τελικά «άλλα όργανα έπαιζαν στο ένα κανάλι και άλλα στο άλλο!» Οποία μαγεία!!!).
Όλα έδειχναν ότι τελικά ο Αλέξης θα διέπρεπε και ως μουσικός παραγωγός, ενώ εγώ θα διέπρεπα και ως… κομπιουτεράκιας και ηχολήπτης (και μάλιστα με ένα deck Dual CS-508 πικάπ συνδεδεμένο μέχρι και σήμερα στον υπολογιστή μου).

Το παλιό αυτό πικαπάκι μου λοιπόν, έπαιζε ακούραστο τα πάντα. Όπως και του Αλέξη. Και απ’ ότι φαίνεται, μας έσπρωχνε και τους δυο σε παράλληλες πορείες, με το ένα πόδι στο ροκ και το όποιο λαϊκό τραγούδι έφτανε τότε μέχρι εμάς και με το άλλο πόδι στους μεγάλους λόγιους συνθέτες. Τι ποιο φυσιολογικό λοιπόν, η κατάληξη να είναι η πόρτα του ωδείου. Ατενίζοντας μεν με δέος προς τα πάνω τα κλασικά αριστουργήματα, αλλά και ρίχνοντας αγαπησιάρικες ματιές δεξιά κι αριστερά σε οτιδήποτε έξυπνο, νόστιμο, αληθινό, γοητευτικό κυκλοφορούσε.
Οι ωδειακές σπουδές μας, αλλά και η εμπλοκή των δάσκαλων μας σε αυτό που ήταν σε πλήρη ανθοφορία εκείνα τα χρονιά, δηλαδή το ελληνικό τραγούδι, μας έφερε σιγά-σιγά και τους δυο στα στούντιο και στις συναυλίες, μάλιστα πολλές φορές με τα μέχρι πρότινος είδωλά μας ως συνεργάτες! Μα τι ευτυχία.

Εδώ λοιπόν αρχίζει αυτό που θα έλεγα «ταύτισή, μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου». Μπορώ να σας υπογράψω υπεύθυνη δήλωση ότι ο Βάκης, ως συνάδελφος μουσικός και ως παραγωγός, τα λέει έτσι όπως έγιναν, τουλάχιστον όσα είχα την τύχη να έχω άμεση αντίληψη. Άρα θα έλεγα ότι «ο δειγματοληπτικός έλεγχος είναι επιτυχής» και στον τομέα της αξιοπιστίας ο Βάκης παίρνει άριστα, οπότε διαβάστε το βιβλίο του και μετά άφοβα τσακωθείτε στις παρέες σας με αέρα ειδήμονα!


Το πάνελ των ομιλητών (από αριστερά): Κώστας Γρηγορέας, Αλέξης Βάκης, Πέτρος Κακολύρης, Νίκος Σβέρκος, Νίκος Ι. Ξυδάκης.

Διαβάστε αξιόπιστες ιστορίες για τους παλιούς και τους νεότερους δημιουργούς, μουσικούς, τραγουδιστές και παραγωγούς.
Διαβάστε για τα πάθη και τα μίση τους, για τα δήθεν διαχωριστικά τους, αλλά και για τα αληθινά διαχωριστικά τους.
Διαβάστε για τη αγιοποίηση κάποιων μετρίων και τη δαιμονοποίηση κάποιων ικανών. Διαβάστε για τη χαμένη τιμή του επαγγελματία μουσικού που, δυστυχώς, για τον μέσο Έλληνα όσο πιο χομπίστας και λιγότερο εξαρτώμενος οικονομικά από τα έργα του είναι, τόσο πιο «αγνός, ιδεολόγος και μάγκας» φαντάζει (ή μάλλον έτσι τον εξαπάτησαν να πιστεύει).
Διαβάστε για τους κονδυλοφόρους και τους εμπόρους που έστησαν και στήνουν καλλιτεχνικά παραμύθια. Καλά και κακά, έως κάκιστα.
Διαβάστε για το «αναφαίρετο δημοκρατικό δικαίωμα του λαού να παίρνει τζάμπα τη μουσική», έχοντα προφανώς ως δεδομένο ότι κάποιος «Νιάρχος», είτε ως πρόσωπο είτε ως ίδρυμα, πρέπει να πληρώσει ώστε αυτή να δημιουργηθεί.
Διαβάστε για την, κάποτε, παντοκρατορία του δισκογραφικού παραγωγού που καθόριζε το τι θα περάσει στο κοινό. Που όμως συνήθως ήταν τότε ικανός και καταρτισμένος. Και βάλτε τη διπλά στην παντοκρατορία του σημερινού, τηλεοπτικής μόρφωσης, “παραγωγού playlist” των mainstream ραδιοφώνων, που επιβάλουν ακούσματα που, στην καλύτερη των περιπτώσεων, το ένα είναι μια απλή κόπια του άλλου.

Και τέλος, διαβάστε συνοπτικά, ‘όμως εξαιρετικά εύστοχα, πορτραίτα δημιουργών και ερμηνευτών που μας καθόρισαν με το έργο τους αλλά και με την δημόσια ζωή τους. Θα σας λυθούν πολλές απορίες όπως, για παράδειγμα, γιατί ο δεξιός Χατζιδάκις υπήρξε στην πράξη μακράν αριστερότερος κάποιων δηλωμένων αριστερών και γιατί ο μέγας Δάσκαλος Τσιτσάνης είχε την ικανότητα (αλλά και την κατάρτιση) για να συγκεράσει με τον πιο κομψό και άμεσο τρόπο όλες τις μουσικές αυτού του τόπου, που κατοχυρώθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα ως «ελλαδικός».

Και τέλος, αν και ίσως ακουστεί λίγο υποτιμητικό για ένα γραπτό έργο (σας διαβεβαιώνω ότι μόνο ως υποτιμητικό δεν το εννοώ) το βιβλίο του Αλέξη Βάκη έχω την αίσθηση ότι κυκλοφόρησε στην κατάλληλη εποχή του χρόνου. Είναι ένα ιδανικό καλοκαιρινό ανάγνωσμα για όσους αγαπούν (ή αγαπούσαν) αυτόν τον καλλιτεχνικό χώρο που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε ποιοτικό ελληνικό τραγούδι, αλλά και για όσους αγαπούν την ελληνική έντεχνη μουσική γενικότερα.
Όμως προσοχή! Πριν το πάρετε μαζί σας στο βουνό η στη θάλασσα, φροντίστε οπωσδήποτε και για το soundtrack! Πάρτε μαζί σας ελληνικά τραγούδια που αγαπάτε. Φτιάξτε cd, playlist, ή ό,τι άλλο σας βολεύει. Θα έλεγα μάλιστα να ρίξετε και μια ματιά στα περιεχόμενα του βιβλίου για να πάρετε ιδέες.
Σας διαβεβαιώνω ότι θα περάσετε ένα καλοκαίρι που θα ξαναγαπήσετε ό,τι ήδη αγαπάτε. Μάλιστα, με τις πληροφορίες που με γλαφυρό και καθαρό λόγο εκθέτει ο Αλέξης Βάκης, έχετε πολλές πιθανότητες να τα αγαπήσετε και ακόμα περισσότερο.